Το ερώτημα αυτό έχει πράγματι την αξία του, την στιγμή μάλιστα που στις μέρες μας οι πάντες διεκδικούν οικολογικά εύσημα. Από κράτη, κυβερνήσεις και κόμματα, έως βιομηχανίες και περιθωριακές κοινωνικές ομάδες. Τι επιπλέον έχουμε να προσφέρουμε και εμείς σε όλο αυτό τον διαρκώς διευρυνόμενο κύκλο;
Πραγματικά τίποτα. Φιλοδοξία μας δεν είναι να αναγνωρισθούμε σαν μια τίμια έστω ομάδα που διεκδικεί μια θέση ουραγού στο σημερινό παζάρι του καταναλωτισμού. Γιατί αυτό πραγματικά αποτελούν οι κατ’ επάγγελμα «οικολόγοι» και «πράσινοι» των ημερών μας, μια άλλη όψη του αλλοτριωμένου αυτού συστήματος. Φτηνή «οικολογία» με υπόγειες χρηματοδοτήσεις, δήθεν life style που φαντασιώνεται πως είναι επαναστατικό, ξεπεσμένος χιππισμός χαμένος στις παραισθήσεις, νεοπλουτίστικη ματαιοδοξία, εύκολη διασκέδαση και άλλα πολλά.
Για μας η οικολογία βρίσκεται στο κέντρο της κοσμοθεωρίας μας. Όπως ο άνθρωπος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης, έτσι σε ευρύτερο επίπεδο οι λαοί και τα έθνη αποτελούν οργανικό τμήμα του φυσικού τους περιβάλλοντας. Σε αυτό γεννιούνται, από αυτό βλασταίνουν, με αυτό ακμάζουν και μεγαλουργούν. Είναι αδύνατο να συλλάβει κανείς την ουσία του ελληνικού πολιτισμού, τους μύθους του, τις παραδόσεις του, την αισθητική του, την πρότασή του για τον άνθρωπο δίχως την ελληνική φύση. Ο Παρθενώνας είναι αξεπέραστο μνημείο τέχνης γιατί φτιάχτηκε από ανθρώπους που γεννήθηκαν κάτω από τον αττικό ουρανό, που ζυμώθηκαν μέσα από το ελληνικό φως, την πέτρα, το μάρμαρο, το πεύκο, το γαλάζιο της ελληνικής θάλασσας.
Ποιο μπορεί να είναι το μέλλον αυτού του λαού σήμερα; Σήμερα που τα δάση μας καίγονται για να θησαυρίσουν οι πολυεθνικές και οι κακομαθημένοι νεόπλουτοι του συστήματος. Σήμερα που ο μισός πληθυσμός ζει στην πιο απάνθρωπη πόλη της Ευρώπης, με το λιγότερο πράσινο, δίχως ανοικτούς χώρους, σε τερατώδη κτίρια, με τα μνημεία του παρελθόντος μας καλυμμένα από άμορφες μάζες τσιμέντου, μέσα σε δρόμους γεμάτους σκουπίδια και βρώμα. Σήμερα που οι ελληνικές θάλασσες δέχονται χιλιάδες τόνους μαζούτ, που οι αιγιαλοί γίνονται κομμάτια επιχειρήσεων, που οι παραλίες έφτασαν να αποτελούν προνόμιο μονάχα των χλιδάτων και των κονομημένων.
Κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει πως το οικολογικό πρόβλημα έχει παγκόσμια διάσταση. Όλοι οι επιστήμονες, ανεξαιρέτως πολιτικής τοποθέτησης, αναγνωρίζουν πως στον αιώνα που ζούμε θα συμβούν τρομερές αλλαγές στο περιβάλλον. Αλλαγές που θα επηρεάσουν όχι απλώς την ανθρώπινη καθημερινότητα αλλά θα θέσουν σε κίνδυνο την ίδια την επιβίωση του ανθρώπου. Απέναντι σε μια τέτοια προοπτική κανείς δεν μπορεί να κλείσει τα μάτια του.
Το ζήτημα για μας είναι τι κάνουμε; Ακολουθούμε το ρεύμα των επαγγελματιών «οικολόγων» που ρίχνουν κροκοδείλια δάκρυα για την καταστροφή του Αμαζόνιου και την εξαφάνιση της πανίδας στην Κένυα, την ίδια στιγμή που χρηματοδοτούνται υπόγεια από κυβερνήσεις για τις «ανησυχίες» τους; Φυσικά όχι. Για μας η διάσωση της φύσης σε παγκόσμιο επίπεδο ξεκινάει μέσα από την προάσπιση της φύσης στην ίδια μας την πατρίδα. Σκεφτόμαστε παγκόσμια αλλά πράττουμε και ενεργούμε τοπικά και εθνικά. Απαιτούμε το οικολογικό ζήτημα να λάβει προτεραιότητα εθνικού ζητήματος. Όχι διότι θέλουμε να είμαστε και εμείς μέσα στη μόδα, αλλά διότι αποτελεί κεντρικό βραχίονα της πολιτικής μας. Γιατί μονάχα μια πολιτική που έχει επίκεντρο τον άνθρωπο και το έθνος μπορεί να είναι οικολογική αλλά και γιατί μονάχα το οικολογικό πρόβλημα μπορεί να λυθεί ως πολιτικό ζήτημα του ίδιου του λαού και του έθνους.
Αναδημοσίευση από το περιοδικό Οικολογία και Δράση αρ.τ. 01