Κάθε χρόνο, κάθε καλοκαίρι εδώ και δεκαετίες ερχόμαστε αντιμέτωποι με δεκάδες πυρκαγιές οι οποίες κατακαίουν το κορμί της πατρίδας μας αφήνοντας πίσω εκατομμύρια στρέμματα καμμένης γης και τέφρας. Επίσης κάθε χρόνο γινόμαστε ακροατές των ιδίων δικαιολογιών, ανταλλαγής ευθυνών και διαλόγων. Οι πολιτικοί αναφέρονται σε εμπρησμούς, οι δημοσιογράφοι στο κρατικό μηχανισμό και ο λαός προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει το δίκιο του. Θα θέλαμε τώρα, να προσεγγίσουμε αυτό το μείζον πρόβλημα του ποιος τέλος πάντων βάζει τις φωτιές μέσω μίας τεχνικής, εκείνης της ανάδρασης. Μέσω δηλαδή του αποτελέσματος να εξάγουμε συμπεράσματα για την ρίζα του θέματος μας. Ας κοιτάξουμε λοιπόν τι γίνεται ακριβώς μετά τις φωτιές ώστε να αναθεωρήσουμε ή να εμπλουτίσουμε τις γνώσεις μας για το ποιος τις προκαλεί.
Κοιτάζοντας τη σημερινή Πεντέλη αντικρίζουμε χιλιάδες βίλες και νέες συνοικίες ευκατάστατων αστών που ήθελαν να απομακρυνθούν από το “κουραστικό” κέντρο. Στη Πελοπόννησο τεράστιες εκτάσεις παραχωρήθηκαν για την κατασκευή ξενοδοχειακών μονάδων με πραγματικά θρασύτατα προσχήματα του τύπου πως αφού κάηκε η γη το μέλλον είναι ο τουρισμός. Στη Χαλκιδική φύτρωναν ωραιότατα εξοχικά ενώ στα νησιά τα στρέμματα πωλούνται κατά δεκάδες σε ξένους αγοραστές. Σε ολόκληρη λοιπόν την Ελληνική επικράτεια παρατηρούμε πως εκεί που φύτρωναν κάποτε δέντρα τα οποία καήκανε σήμερα φυτρώνουν τσιμέντα, χλιδή και επιχειρήσεις των οποίων οι εκτάσεις “νόμιμα” έχουν αποχαρακτηριστεί δασικές. Το “νόμιμα” βέβαια αναφέρεται φυσικά στους κανόνες που θέτει η παραβλέπει η πολιτεία.
Έχοντας λοιπόν ως δεδομένα αυτές τις παρατηρήσεις δε μπορούμε να διακρίνουμε κάτι άλλο σαν μία σημαντική ρίζα του προβλήματος το κέρδος. Κέρδος βέβαια οικονομικό και εφήμερο διότι το περιβαλλοντικό κόστος αυτών των ενεργειών στη βιωσιμότητα του τόπου μακροπρόθεσμα θα φανεί πόσο τεράστιο είναι. Αν τώρα στο κέρδος προσθέσουμε και την αδιαφορία και την ανικανότητα των διαφόρων αρχών τότε ίσως έχουμε προσδιορίσει πλήρως τη γέννηση του προβλήματος. Πολλές φορές ένας μεγάλος αριθμός πυρκαγιών ξεκινάει από χωματερές ανεξέλεγκτης εναπόθεσης σκουπιδιών. Αυτές οι φωτιές όμως δεν έχουν υπεύθυνο την εκάστοτε αρχή η οποία διατηρεί αυτούς τους χώρους. Ένα άλλο σημαντικό ποσοστό πυρκαγιών καταφέρνει να έχει καταστροφικά αποτελέσματα λόγω της επαναλαμβανόμενης αδράνειας των υπηρεσιών που συνεργάζονται για τη κατάσβεση τους. Πόσες φορές βλέπουμε πολιτικούς και κομματικούς διαξιφισμούς σε πλάνα που στο φόντο τους οι φλόγες αγκαλιάζουν τους πνεύμονες της πατρίδας μας. Άραγε αντί για λόγια δε θα ήταν καλύτερες οι πράξεις; Αντί να μαλώνουν και να τρώγονται δε θα ήταν καλύτερο να ξεσκονίσουν λίγο κάποια ξεχασμένη ικανότητα που θα έχουν και να δράσουν;
Δυστυχώς όμως ο δικός μας τρόπος σκέψης δεν είναι ο σωστός. Σωστό είναι να μιλάμε για οργανωμένα σχέδια αγνώστων απειλών και να βλέπουμε τις φωτιές σε μία οθόνη σαν την είδηση της ημέρας. Σωστό είναι να ονομάζουμε εγκληματία τον εμπρηστή που άναψε τη φωτιά αλλά όχι αυτόν που μετέπειτα ξεπούλησε αυτή τη γη σε τιμή ευκαιρίας στον χορό της καπιταλιστικής ανταγωνιστικής “προόδου”. Σωστό είναι να βαφτίζουμε εμπρηστή αυτόν που έβαλε τα γκαζάκια αλλά όχι εκείνους τους μεσίτες που στη συνέχεια πέφτουν σαν τα κοράκια και μοιράζουν τα τεμάχια σαν να πρόκειται για παιδικό επιτραπέζιο παιχνίδι. Σωστό είναι να κλαίμε όταν βλέπουμε τη φωτιά, να μιλάμε για το μέγεθος της τραγωδίας, να υποσχόμαστε αναδασώσεις και μετά να διαγράφουμε τα δεδομένα από τη σκέψη μας και να περιμένουμε την επόμενη είδηση…
τ.τ.
Εφημερίδα ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ